CE
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Συντομομορφή
[επεξεργασία]CE (en) αρκτικόλεξο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]
Συντομομορφή
[επεξεργασία]CE (en) αρκτικόλεξο
- (λογισμικό) συντομογραφία του community edition
Συγγενικά
[επεξεργασία]Υπερώνυμα
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- CE < Communauté Européenne
Συντομομορφή
[επεξεργασία]CE (fr) θηλυκό