Γεννήθηκα τον Δεκέμβρη του ’55, όταν είχε ήδη ξεκινήσει ο ξεσηκωμός για την απελευθέρωση από τους Εγγλέζους κατακτητές. Το ’73 αποφοίτησα από το 6τάξιο γυμνάσιο και κατατάχτηκα στο στρατό. Το ’74 βίαια εκδιώχθηκα από την πατρογονική μου εστία. Το ’75 αναχώρησα από την πατρίδα για σπουδές στην άλλη πατρίδα. Έκτοτε, ζω εδώ, δημιούργησα οικογένεια, έφτιαξα ρίζες, άπλωσα κλαδιά και συνεχίζω. Δυστυχώς όμως, ο «χρόνος» μου είναι κομμένος …στα δύο. Το δεύτερό του κομμάτι ευτυχώς συνεχίζει προς τα μπροστά, προς το μέλλον -όπως άλλωστε και ο δικός σας και ολονών μας και του σύμπαντος συμπεριλαμβανόμενου. Συνεχίζει στραμμένος προς το μέλλον με τις επερχόμενες χαρές και λύπες αλλά και τη φυσιολογική του κατάληξη∙το βιολογικό μου τέλος. Το άλλο του κομμάτι όμως έχει παγώσει. Έχει παγώσει στο’74, ή μάλλον γυρίζει προς τα πίσω, από τον Ιούλιο του 1974 και προς τα πίσω. Με ότι αυτό συνεπάγεται: θύμησες σκοτεινές, αναμνήσεις θλιβερές, θλίψη και πόνο. Φίλοι, γνωστοί, συμμαθητές, συγγενείς, γείτονες, μεγάλοι, μικροί, γνωστοί, άγνωστοι έμειναν πίσω, πέταξαν μακριά από εμάς, θάφτηκαν -αλίμονο- ακόμα και στη μνήμη μας… Εκείνος ο Ιούλιος του 1974 μας χάραξε βαθειά χαραγή στη μνήμη -αν όχι και στο σώμα. Κάθε φορά που βρίσκομαι με τους δικούς μου -κυρίως με τους γονείς μου- συζητάμε για εκείνο το κομμάτι του χρόνου. Συζητάμε λες και είμαστε ακόμη εκεί. Ποιος είναι ποιος, ποιος είναι πού, ποιος είναι τι… Συζητάμε, διαφωνούμε, ψάχνουμε, αναζητούμε, ερευνούμε γιατί φευ, η μνήμη ξεθωριάζει και ξεθωριάζει επικίνδυνα. Να κάτι παλιές φωτογραφίες, να ένα κείμενο στο διαδίκτυο, να ένα βιβλίο σχετικό. Μένουμε εκεί -όσο μπορεί κανείς να μείνει- προσκολλημένοι στο παρελθόν όντας στο παρόν. Και το βράδυ …ονειρευόμαστε για να τα ξαναδιηγηθούμε την άλλη μέρα το πρωί. Ώσπου οι συγγενείς να φύγουν και να ξεχαστούν και πάλιν…
Τρίτη 23 του Ιούλη, φτάνοντας στην κορυφογραμμή του Πενταδάκτυλου, έριξα μια τελευταία ματιά στη γενέθλια πόλη, την αγαπημένη Κερύνεια, λες και ήξερα… Δεν πρόλαβα -δεν προλάβαμε- να ζήσω τη ζωή μου στην πατρογονική γη, στη γενέθλια πόλη. Δεν πρόλαβα -δεν προλάβαμε- να χαρώ τις ομορφιές αυτής της όμορφης γης. Δεν πρόλαβα -δεν προλάβαμε- να χαρώ αυτά που μας ετοίμασαν οι πατεράδες μας. Δεν πρόλαβα -δεν προλάβαμε- να μυρίσω όλες τις μυρωδιές της, να γευθώ όλες τις γεύσεις της, ν’ ακούσω όλες τις φωνές της, να δω όλα της τα χρώματα, να ακουμπήσω όλες τις καμπύλες της. Δεν πρόλαβα -δεν προλάβαμε- να τη διατρέξω οριζοντίως και καθέτως, προς τα πάνω αλλά και προς τα κάτω. Δεν πρόλαβα -δεν προλάβαμε- να τη χαλάσω και να την ξανακτίσω, όπως την ονειρευόμουνα. Δεν πρόλαβα -δεν προλάβαμε- να την ονειρευτώ όπως την ήθελα… Γιατί άλλαι αι βουλαί των «μεγάλων» και των δυνατών -και των εγκάθετών τους εις την γην.
Εδώ στην Ελλάδα-πατρίδα, εδώ βρήκα και γνώρισα το άλλο μου πατρογονικό «κομμάτι», πρόσφυγες κι αυτοί ξεριζωμένοι από τον Πόντο και τον Ταύρο, τους οποίους μόνο κατ’ όνομα γνώριζα. Ήταν από τις πρώτες μου επισκέψεις, κάπου εκεί στη Δράμα, στην Περιχώρα δίπλα στην Αλιστράτη. Χουτουριάδης, Λαζαρίδης, Ηλιάδης… Η συνάντησή μας ήταν μοιραία. Τα δυο «κομμάτια» ανταμώθηκαν, συνενώθηκαν, έκλαψαν, χάρηκαν, μίλησαν, διηγήθηκαν∙ βλέπετε κοινό γνώρισμα είχαν, την προσφυγιά και το ξεριζωμό.
Και νάμαι, 36 χρόνια μετά να σκέφτομαι τα ίδια και τα ίδια. Μόνο που τούτην εδώ τη φορά, δε θέλω τη συγγνώμη κανενός, δε θέλω «γιορτές», δε θέλω επετειακές εκδηλώσεις και μνημόσυνα, δε θέλω πανηγυρικούς και επικήδειους, δε θέλω παράτες και τραγούδια. Παρά μόνο ένα πράγμα θέλω∙το ακατόρθωτο. Να γυρίσει ο «χρόνος» μου πίσω, στον Ιούλη του ’74. Στις 20 Ιουλίου του 1974 και να ξεκινήσει από κει που «πάγωσε» η ζωή μου. Δε με νοιάζουν οι επεκτατικές βλέψεις της Τουρκίας, δε με νοιάζει η δυσχερής πολιτική και οικονομική θέση της ελλαδικής και κυπριακής πολιτικής σκηνής, δε με νοιάζει αν το Αιγαίο ή οι θάλασσες της Κύπρου είναι γεμάτες κοιτάσματα. Δε με νοιάζουν οι γκρίζες ζώνες, οι υφαλοκρηπίδες και οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ). Δε με νοιάζει τίποτε απ’ όλ’ αυτά. Ένα με νοιάζει, να «ξεπαγώσει» ο άλλος μου μισός χρόνος, αυτός που πάγωσε τον Ιούλη του ’74 κάπου εκεί στην κορυφογραμμή του Πενταδάκτυλου.
ΥΓ. Τούτη εδώ η ανάρτηση, αφιερώνεται σε όλους τους φίλους, συμμαθητές, γνωστούς και άγνωστους φίλου που θάφτηκαν εκεί στα κατεχόμενα, προδομένοι σε έναν αγώνα άνισο μα και προσχεδιαμένο για να χαθεί.