daresay

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
daresay < dare + say

Έκφραση

[επεξεργασία]

daresay (en)

  • (ιδιωματισμός) μάλλον, χρησιμοποιείται όταν λέω ότι κάτι είναι πιθανό
    I daresay you’re right.
    Μάλλον έχεις δίκιο.

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]