official

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

official (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
official officials

official (en)