piętro

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
piętro < πρωτοσλαβική *p(r)ętro

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

piętro (pl) ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]